Σάββατο 16 Απριλίου 2011

Γέννησης memoriam....

Kι ενώ γύρω μου απλώνονται ευχές - τι ωραίο που είναι αυτό - εγώ σήμερα θέλω να κρυφτώ....


http://www.youtube.com/watch?v=Ztp0BPrdu_o

υγ happy birthday to me...

Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

Αποχαιρετισμός {Part 5} -To Be conTinued..........

Εκείνος να φεύγει από το σπίτι. Το σπίτι του. Να το κοιτάζει με μάτια μεγάλα. Με μάτια θλιμμένα. Έκλαιγε από μέσα του, το ξέρω. Το ήξερα και τότε. Έκανα πως δεν το καταλάβαινα. Το στομάχι μου κόμπος. Άλυτος - από τότε ίσως....

Εκείνος να φεύγει από το σπίτι. Με μια αχτίδα ελπίδας ότι θα τα καταφέρει. Μια αχτίδα μόνο που χανόταν την επόμενη στιγμή πίσω από το σύννεφο της αρρώστιας. Αυτό το μαύρο το καταραμένο σύννεφο που είχε κατσικωθεί πάνω από το σπίτι μας έξι μήνες. Έξι ολόκληρους μήνες. Αυτό το μαύρο κωλοσύννεφο που είχε θολώσει το βλέμμα του κι είχε στοιχειώσει τα όνειρά του. Δεν ήταν ύπνος αυτό που έκανε. Πάλη ήτανε. Με τα φαντάσματά του. Κι άλλοτε ήταν απλώς αποτέλεσμα εξουθένωσης. Εκεί που δεν πάει άλλο δηλαδή...

Εκείνος να φεύγει από το σπίτι. Με μένα. Εγώ να τον οδηγώ. Πού; Ούτε κι εγώ ήξερα...Ήθελα να πιστέψω, ήθελα να ελπίσω, αλλά βαθειά μέσα μου ήξερα. Κι ήξερε κι εκείνος. Δυστυχώς. Είχε από καιρό πάψει να είναι αγέρωχος και τσαμπουκάς. Κι εγώ το ίδιο. Το αγέρωχο δεν το 'χα ποτέ. Αλλά το τσαμπουκάς....Είχε από καιρό πάψει να βλέπει μακρυά και να 'ναι στήριγμα. Είχε μπει ο φόβος μέσα του. Και τον είχε παραλύσει. Μαζί του κι εμείς. Όλοι εμείς. Πάντα εμείς. Κι εκείνη πιο πολύ. Και τότε είναι που νιώθεις πως μεγάλωσες και πως γίνεσαι γονιός του γονιού σου.

Εκείνος να φεύγει από το σπίτι και να το αποχαιρετά. Με τα μάτια του. Να το κοιτάει καρφωμένος να το χορτάσει. Να βλέπει τις δυο του καμινάδες, τα παραθυρόφυλλα του γραφείου του κλειστά, την πόρτα της κουζίνας μισάνοιχτη, την πόρτα της αυλής ορθάνοιχτη, τα παντζούρια του υπνοδωματίου τα ταλαιπωρημένα, το αμαξάκι το μικρό το δεύτερό του που τόσο είχε βολευτεί αραγμένο, το σκυλί του να τον κοιτάζει μαραμένο και την μάνα μου να στέκεται εκεί τσακισμένη και δυνατή ταυτόχρονα. Κολώνα. Κορώνα. Κι εγώ τον έβαλα στο μαύρο αυτοκίνητο και τον πήρα μακριά. 

Με το που μπήκε μες στο αμάξι έκλεισε τα μάτια. Κουβέντα δεν είπε σε όλη τη διαδρομή ως την Αθήνα, ενώ εγώ φλυαρούσα διαρκώς και κατ' εξαίρεσιν...Με έπνιγε η σιωπή. Ήθελα να ουρλιάξω. Δε μπορούσα. Οπότε μίλαγα ακατάπαυστα. Μέχρι που φτάσαμε. 

Φτάσαμε. Παίξαμε. Χάσαμε.... Άνιση μάχη, βάρβαρος ο αντίπαλος. 
Ο πατέρας δεν ξαναγύρισε στο σπίτι...Το βλέμμα του εκείνη τη μέρα ήταν αποχαιρετισμός.

υγ:Είναι κάτι στιγμές, όπως τούτη εδώ, που φτάνουμε στα μέσα του Απρίλη και στο Πάσχα σιγά σιγά και λίγο μετά έρχεται ο Μάης - Μάης ήταν.. - που έρχονται στο νου μου όλες αυτές οι εικόνες. Είναι στενάχωρες, αλλά και βαθειά ουσιαστικές οι στιγμές και οι μνήμες που θα κουβαλάω από εκείνο το γκρίζο ανοιξιάτικο πρωινό πάντα. Και για πάντα.....


Δευτέρα 11 Απριλίου 2011

Η Ελευθερία-ελευθερία μας....



Μου ζητήθηκε να γράψω ένα κείμενο για την Ε. κι ένα συγκεκριμένο της project (την μπάντα των τεσσάρων) στα πλαίσια της επαγγελματικής μου ιδιότητας. Το παραθέτω. Της το χρωστάω - όπως και τόσα άλλα....

Μια Ελευθερία μοναδική



H Ελευθερία Αρβανιτάκη. Στη σκηνή. Μόνη. Χωρίς τη σύμπραξη κάποιου άλλου ερμηνευτή. Με τέσσερις, μόνο,  σπουδαίους μουσικούς συνοδοιπόρους της σε αυτό το μοναδικό μουσικό ταξίδι. Γιατί στην παράσταση αυτή που κρατάει δυο ώρες περίπου η Ελευθερία τα «λέει όλα».

Η Ελευθερία Αρβανιτάκη μια «μάγισσα» πάνω στη σκηνή. Εκείνη να τραγουδάει και να σωπαίνει τους πάντες και τα πάντα. Γιατί από αυτή την παράσταση δε θέλεις να χάσεις λεπτό. Είναι η Ελευθερία- ελευθερία μας. Χωρίς πολυπλοκότητες ενορχηστρωτικές, χωρίς ηλεκτρισμό και λούπες. Με τη φωνή της να απλώνει και να ξεδιπλώνει τα μεγάλα της, πραγματικά, τραγούδια, χωρίς χρονολογική σειρά αλλά δίχως να αφήνει καμιά της στιγμή απ’ έξω. Γιατί η Αρβανιτάκη είναι τόσα πολλά:
Είναι η φωνή μας στις κατάδικές μας στιγμές, αλλά και το σύνθημα από το οποίο κρατιόμαστε στα δύσκολα – όπως τώρα. Είναι το λαϊκό συναίσθημα, εκείνο που το ξέρουμε από πάντα, αλλά και το άπιαστο, εκείνο που σε μαγεύει και δε μπορείς να το φτάσεις. Είναι η φωνή των ποιητών του χθες αλλά και του σήμερα. Είναι το τσιφτετέλι, αλλά και τα λάτιν, τα τζαζ και τα ποπ τραγούδια που με τη φωνή της κάναμε δικά μας. Είναι τα λόγια τα «δύσκολα» που διάλεξε να ερμηνεύσει και τα αιώνια θέματα – πηγές έμπνευσης των δημιουργών με τα οποία καταπιάστηκε – μοιραία – κι εκείνη με το δικό της ξεχωριστό τρόπο. Είναι η φωνή της που μας κόβει την ανάσα. Γιατί αυτό κάνει η τέχνη: σου κόβει την ανάσα. Και η Αρβανιτάκη είναι σπουδαία καλλιτέχνης. Και αυτή η παράσταση είναι μια σπουδαία της στιγμή.

Η Ελευθερία στη μέση της μικρής μπάντας που την αγκαλιάζει κυριολεκτικά, καθώς οι μουσικοί γύρω της στήνονται σε ημικύκλιο. Τύμπανα από τον Αλέξανδρο Κτιστάκη, πιάνο αλλά και πλήκτρα από το Γιάννη Κυριμκυρίδη, ακουστική και κλασική κιθάρα, πού και πού μπάσο, από τον πιο μεγάλο της παρέας και σπουδαίο μουσικό Δημήτρη Μπαρμπαγάλα,  πότε λαούτο πότε ούτι, πότε τζουράς και πότε μαντολίνο από το δεξιοτέχνη Θωμά Κωνσταντίνου. Ο ρόλος του ενορχηστρωτή μοιράζεται ανάμεσα στους τέσσερις. Κανείς δεν είναι «αρχηγός» και ταυτόχρονα είναι όλοι αρχηγοί στην τέχνη τους. Κι εκείνη στην μέση, εύθραυστη και ταυτόχρονα τεράστια, να τους εμπνέει και να τους οδηγεί. Κι ας λέει χαριτολογώντας «πως είναι η τραγουδίστρια αυτής της μπάντας».

Η Ελευθερία Αρβανιτάκη στη σκηνή με τέσσερις μουσικούς σε μια δίωρη παράσταση γεμάτη μεγάλα τραγούδια, σε μια παράσταση που μπορεί να της λείπουν κάποιοι τίτλοι, αλλά σίγουρα δεν της λείπουν οι μεγάλες στιγμές. Σε μια παράσταση με μια Ελευθερία μοναδική. 


Κυριακή 3 Απριλίου 2011

Ne me quitte pas...

Ξύπνησα με τη γνωστή αίσθηση ατονίας και σκοτεινιάς.

- Δε θα 'πρεπε...

Δε θα 'πρεπε....Δευτέρα σήμερα. Δευτέρα του Απρίλη - ο μήνας μου, η εποχή μου κι ένας τσαχπίνης ήλιος να μου κλείνει το μάτι αγουροξυπνημένος...Δε θα 'πρεπε αλλά έτσι είναι. Δεν ανοίγω παράθυρα. Προτιμώ το λίγο φως που μπαίνει απ' τις γρίλιες.

- Ne me quitte pas....

Ναι, μ' αυτό ξύπνησα στ' αυτιά μου. Το ξέρεις. Όλα τα ξέρεις εσύ. Όλα και τίποτα μαζί. Έτσι, πάντα, των άκρων. Ή του ύψους, ή του βάθους. Ή θα πλατσουρίζεις στα ρηχά ή θα χάνεσαι στα βάθη της θάλασσας εκεί που δε φαίνεται ο βυθός κι το χρώμα της θάλασσας σκουραίνει.

-Mάλλον στα βαθειά πηγαίνεις πιο συχνά....

Στα βαθειά...ναι. Εκεί που αφήνεις πίσω σου τα πάντα και τους πάντες και χάνεται το βλέμμα σου στο απέραντο του ορίζοντα. Και βάζεις με το νου σου ό,τι θες! Χαμογελάς μόνος σου, σιγοτραγουδάς, βλέπεις σκήνες που έχεις ζήσει και στήνεις καινούριες. Έχεις αφήσει πίσω σου το θόρυβο της παραλίας και τα πηγαδάκια εντός θαλάσσης κι είσαι αλλού...

- Τι πρωτότυπο! Για το "αλλού" λέω....

Ναι, ναι κι αυτό το ξέρεις εσύ. Αλλού. Έτσι ξεφεύγω συχνά. Η άμυνά μου, η ασπίδα μου, η αναπνοή μου όταν πνίγομαι.

- Τραγούδι άλλαξες; Ή ακόμα στα ίδια;

Στα ίδια. Μόνο που το μπλέκω με την αγγλική του βερσιόν: If you go away.... Αφού κολλάω, το ξέρεις. Βρίσκω ένα τραγούδι -ή με βρίσκει - και μου γίνεται εμμονή. Άσε που έχω βρει μια εκτέλεση της Dusty Springfield που μπερδεύει τα αγγλικά με τα γαλλικά κι έχω πωρωθεί.Έχω πωρωθεί κι έχω κολλήσει στο σπίτι. Αν με ρωτήσει κανείς, δε θέλω να πάω πουθενά σήμερα. Πουθενά και να δω κανένα. Θα 'θελα να κλειστώ σπίτι χωρίς τηλέφωνα, κουβέντες, χάδια.

- Μα δε μπορείς! Σε περιμένει.....

Εννοείται πως δε μπορώ γι' αυτό το λέω τώρα. Μήπως και ξεθυμάνει - μα δεν πιάνει...

Θα πιω την τελευταία γουλιά καφέ, θα ανοίξω το παράθυρο να μπει δροσερός φρέσκος αέρας, θα βάλω τα σταράκια μου κι ένα καινούριο κολιέ για ν' αλλάξω διάθεση και θα φύγω....θ' αφήσω το κομμάτι να παίζει όμως στο repeat στο σπίτι...θα 'ναι σα να 'μαι πίσω...ίσως και να 'μαι....Ne me quitte pas.....

Καλημέρα - καλή βδομάδα