Τι να κάνω που δε μπορώ να πάρω τα μάτια μου από πάνω σου… Κρύβομαι, σου κρύβομαι, -αλλά από μένα δε μπορώ να κρυφτώ….
Αποφεύγω να σε κοιτάω στα μάτια. Θα καταλάβεις. Θα με καταλάβεις. Με ξέρεις τόσο καλά – και δεν το ξέρεις. Όταν το κατάλαβα εγώ, τρόμαξα. Σε φοβήθηκα – σε ερωτεύτηκα πιο πολύ το επόμενο δευτερόλεπτο. Και τώρα φοβάμαι πιο πολύ.
«Δε μπορώ να πάρω τα μάτια σου από πάνω μου». Θυμάσαι όταν το πρωτακούσαμε μαζί; Για την ακρίβεια σου έβαλα εγώ να το ακούσεις. Δεν το ήξερες κι ας είχε ήδη παλιώσει. Κόλλησες με τη μία. Οδήγησες 600 χιλιόμετρα με αυτό το τραγούδι στο repeat. Κι εγώ από δίπλα. Να ‘ξερες τι μου ‘κανες τότε. Δε μπορούσα όμως να σε κοιτάξω όπως έλεγε το τραγούδι. Όμως σε ένιωθα. Σε μύριζα παντού. Δε μίλαγες πολύ για να ακούς το τραγούδι. Πού και πού μου έλεγες πως λατρεύεις το τσέλο. Όπως κι εγώ. Μετά συνέχιζες να οδηγάς στη σιωπή. Κι εγώ δίπλα σου. Σε απελπισμένη ακινησία γιατί δε μπορούσα να σου χαϊδέψω τα μαλλιά, ούτε να σε φιλήσω.
«Δε μπορώ να πάρω το μυαλό μου από εσένα». Αλλιώς «σε σκέφτομαι συνέχεια». Έτσι λέει το τραγούδι παρακάτω. Δεν ξέρω αν σε σκέφτομαι συνέχεια. Σε σκέφτομαι όμως πολύ. Κι όταν σε σκέφτομαι λάμπω. Σε καμαρώνω. Σε προσέχω. Σε θαυμάζω. Σ΄ αγαπάω. Βουβά. Με στόμα που ξεραίνεται όταν μ’ αγκαλιάζεις μες στον ενθουσιασμό σα συναντιόμαστε, όταν θες να μου πεις κάτι σπουδαίο που σου συνέβη κι εγώ θέλω τόσο να αγγίξω τα χείλη σου με τα δικά μου και να σε αγκαλιάσω με την άχαρη μου αγκαλιά – θα με μάθεις να αγκαλιάζω ποτέ ;– αλλά μένω σε στάση ακαμψίας χαμογελώντας με ενθουσιασμό.
Σε είδα πριν δέκα μέρες. Πότε θα ξαναβρεθούμε άραγε; Πάλι λείπεις. Και μετά θα ξαναλείπεις. Κι εγώ θα ξεμείνω εδώ. Στο στριμωγμένο εδώ. Το εδώ μου. Θα στέλνεις tweets απ’ το ταξίδι και μετά απ’τ’ άλλο το ταξίδι κι εγώ θα έχω κολλήσει στο pc και τις ατάκες σου και θα προσπαθώ να σε φανταστώ. Όπως και τώρα. Όπως κάθε μέρα τώρα τελευταία δηλαδή….
Θα ξαναβρεθούμε όπως πάντα με την πρώτη ευκαιρία. Και για μένα και για σένα. Μόνο που εγώ δε βρω ποτέ την ευκαιρία να σου μιλήσω, να σε κοιτάξω βαθειά, να σου δείξω την αλήθεια μου που γεννήθηκε την ώρα που σε πρωτοείδα και πέρασε διάφορα στάδια ανάπτυξης και κορύφωσης. Τώρα είναι στη φάση της κορύφωσης – εδώ και χρόνια δηλαδή- και προσωπικού μου μαρασμού. Η φωνή σου με διαπερνά και το κεφάλι μου καίει σαν σε ακούω. Θέλω να σε ακούω. Να μου μιλάς για τις αγωνίες σου, να φλυαρείς, να θες να μου μιλήσεις. Δε με νοιάζει. Πες ό,τι θες αρκεί να σε ακούω. Έτσι είναι οι φίλοι άλλωστε, έτσι λες. Κι εσύ με ρωτάς. Με ρωτάς με αληθινό ενδιαφέρον. Συνήθως έχω λίγα να σου πω γιατί με σένα χάνω και τα λόγια μου. Είσαι το κέντρο μου. Το κέντρο των πάντων. Κι εγώ το απόκεντρο. Έτσι ήταν, έτσι θα ‘ναι.
Σε πήγα στο αεροδρόμιο τις προάλλες. Στο τελευταίο σου ταξίδι δηλαδή. Σου είπα ότι δεν είχα δουλειά και ότι ήθελα να το συνδυάσω με μια βόλτα στο ΙΚΕΑ. Ψέματα σου είπα. Πνιγόμουνα στη δουλειά. Έριξα κι έναν απίστευτο καβγά με τον ανώτερό μου γιατί άργησα να πάω στο γραφείο. Του είπα απλώς ότι δε χτύπησε το ξυπνητήρι και ότι δε θα ξανασυμβεί. Όμως είχα κερδίσει μια ολόκληρη ώρα μαζί σου. Κι ας μίλαγες συνέχεια στο κινητό για τις τελευταίες προ ταξιδιού σου εκκρεμότητες. Είχες το χέρι σου στον ώμο μου, έψαξες το ραδιόφωνο και βρήκες το Bacciami Ancora κι άρχισες να το σιγοτραγουδάς. Μου είπες για το αυτοκίνητο που θα ‘θελες να έχεις, ότι μου πήγαινε το λευκό πουκάμισο που φορούσα και πριν μου πεις αντίο μ’ έσφιξες στην αγκαλιά σου για να μου πεις ευχαριστώ. Και μετά ήρθε το αντίο. Κι ένα φιλί μαζί. Ένα σου φιλί δυνατό και με διάρκεια δυο – τριών δευτερολέπτων. Πήρες τη βαλίτσα και το λαπτοπ και μπήκες στο αεροδρόμιο. Σε κοιτούσα να χάνεσαι και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν το Bacciami Ancora….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου